Απαγόρευση καπνίσματος

Η απαγόρευση του καπνίσματος νομοθετήθηκε το 2009 και περιλάμβανε απαγορεύσεις χρήσης προϊόντων καπνού σε δημόσιους και ιδιωτικούς κλειστούς χώρους. Ωστόσο, αφενός ο νόμος προέβλεπε εξαιρέσεις, αφετέρου η εφαρμογή του είχε ατονήσει.

Με τον νέο νόμο (4633/2019) αίρονται πλέον οι εξαιρέσεις και εφαρμόζεται η ολική απαγόρευση του καπνίσματος. Οι κυριότερες απαγορεύσεις και οι κυρώσεις, λόγω μη συμμόρφωσης, είναι ενδεικτικά οι εξής:

Απαγόρευση χρήσης προϊόντων καπνού στους ακόλουθους χώρους και τα αναλογούντα πρόστιμα:

  • Σε όλους τους κλειστούς χώρους, καθώς και σε υπαίθριους χώρους με παρουσία ανηλίκων (ενδεικτικά παιδικοί σταθμοί ,σχολεία, χώροι ψυχαγωγίας ανηλίκων, χώροι αθλητικών εκδηλώσεων, παιδότοποι, γήπεδα κλπ.).

Το  πρόστιμο για τον καπνιστή ανέρχεται στα 200,00€ και για τον υπεύθυνο διαχείρισης του χώρου στα 500,00€ (με διπλασιασμό σε περίπτωση υποτροπής).

  • Στα ΙΧ αυτοκίνητα, στα παντός είδους μέσα μαζικής μεταφοράς,  συμπεριλαμβανομένων των TAXI, στα οποία επιβαίνουν ανήλικοι κάτω των 12 ετών.

Για την ως άνω παράβαση επιβάλλεται πρόστιμο ποσού 1500,00€ για τον καπνιστή επιβαίνοντα ή οδηγό ΙΧ ιδιωτικής χρήσης , ενώ το πρόστιμο διπλασιάζεται (3.000,00) και αφαιρείται η άδεια ικανότητας οδήγησης όταν ο παραβάτης είναι οδηγός αυτοκινήτου δημόσιας χρήσης.

  • Στους κλειστούς χώρους των νοσηλευτικών ιδρυμάτων και των φορέων παροχής υπηρεσιών υγείας και πρόνοιας (δημόσιων ή ιδιωτικών).

Για την ως άνω παράβαση επιβάλλεται πρόστιμο ποσού 100,00€ για τον καπνιστή και 500,00€ για τον υπεύθυνο διαχείρισης.

  • Στους κλειστούς ιδιωτικούς/δημόσιους χώρους εργασίας και χώρους αναμονής δημοσίων υπηρεσιών .

Το πρόστιμο σε αυτήν την περίπτωση ανέρχεται στα 100€ για τον καπνιστή και 500,00€ για τον υπεύθυνο διαχείρισης.

  • Στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, στους σταθμούς μεταφορικών μέσων και επιβατικών σταθμών λιμένων και στα αεροδρόμια εξαιρουμένων των χώρων καπνιστών.

Το πρόστιμο είναι 100,00€ για τον καπνιστή και 500,00€ για τον υπεύθυνο διαχείρισης του χώρου.

  • Σε όλα τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος (καταστήματα παρασκευής και προσφοράς φαγητών, ποτών, γλυκισμάτων, κάθε είδους  παρασκευασμάτων γάλακτος, κέντρα διασκέδασης, καζίνο και καταστήματα οπού νομίμως διεξάγονται τυχερά παίγνια).

Το πρόστιμο για τον καπνιστή είναι 100,00€, ενώ το πρόστιμο για τον υπεύθυνο διαχείρισης ξεκινάει από τα 500€ και φτάνει μέχρι 10.000€ και οριστικό κλείσιμο  ανάλογα με την επιφάνεια του καταστήματος και τον βαθμό υποτροπής.

Ως «εσωτερικός χώρος» για την εφαρμογή του νόμου, νοείται και το αίθριο, ή ο χώρος με συρόμενη ή αποσπώμενη οροφή, όπως και κάθε χώρος με σκέπαστρο και ταυτόχρονα κλεισμένος με οποιονδήποτε τρόπο περιμετρικά.

Ως εξωτερικοί χώροι νοούνται:

  • Οι ανοιχτοί περιμετρικά από δύο τουλάχιστον πλευρές χώροι
  • Οι εξωτερικοί χώροι των καταστημάτων και των κτιρίων οι οποίοι έχουν ομπρέλες ή σκίαστρα-τέντες.
  • Τα μπαλκόνια και οι ταράτσες των κτιρίων.
  • Οι χώροι οι οποίοι είναι περιμετρικά κλειστοί, αλλά δεν διαθέτουν οροφή.
  • Το αίθριο των κτιρίων και καταστημάτων που είναι ανοιχτό (χωρίς στέγαστρο οποιασδήποτε μορφής).

Οι υπεύθυνοι των χώρων εργασίας καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος πρέπει να φροντίσουν:

  • Για την ανάρτηση απαγορευτικού σήματος στο χώρο ευθύνης τους και μάλιστα σε εμφανή σημεία αυτού και να επαναλαμβάνεται η σήμανση για κάθε δεκαπέντε τετραγωνικά μέτρα.
  • Για την απομάκρυνση των σταχτοδοχείων.
  • Για την προμήθεια και τήρηση ΒΙΒΛΙΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑΣ του ν.3868/2010 και 4633/2019 (πρόκειται για ένα 100φυλλο αριθμημένο και σφραγισμένο στην πρώτη σελίδα βιβλίο αναφορών-τετράδιο- θεωρημένο από την αδειοδοτούσα αρχή- Δήμος). Η τήρηση του απαιτείται σε όλα τα καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Για τη θεώρηση του βιβλίου ο υπεύθυνος πρέπει να προσκομίζει στην αρμόδια υπηρεσία του Δήμου φωτοαντίγραφο της άδειας του καταστήματος και μια μηδενική απόδειξη από την ταμειακή μηχανή της επιχείρησης.
  • Για την εύρυθμη συνεργασία τους με τα όργανα ελέγχου.

Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης στα παραπάνω επιβάλλεται πρόστιμο της τάξεως των 500,00€ στον υπεύθυνο διαχείρισης.

Φωτεινή Κλάδη

ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΔΑΠΑΝΗΣ – ΕΦΚΑ

Μετά την απόφαση του υπουργού εργασίας στις 18/12/2019, εφαρμόζεται η υπαγωγή στην ασφάλιση του ΕΦΚΑ των προσώπων που αμείβονται με ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΔΑΠΑΝΗΣ (ή ΤΙΤΛΟΥΣ ΚΤΗΣΗΣ).

Συνεπώς, τα πρόσωπα που αμείβονται με τον τρόπο αυτό, καταβάλλουν ασφαλιστική εισφορά ύψους 13,33% για την κύρια σύνταξη και 6,95% για υγειονομική περίθαλψη (6,45% για παροχές σε είδος και 0,45% για παροχές σε χρήμα).
Οι ανωτέρω ασφαλιστικές εισφορές υπολογίζονται επί της καθαρής αξίας του παραστατικού, όπως αυτή προκύπτει μετά την αφαίρεση του αναλογούντος φόρου και άλλων επιβαρύνσεων (χαρτόσημο).

Οι κοινοποιούμενες ρυθμίσεις θα έχουν εφαρμογή σε συμβάσεις που καταρτίζονται από 1/2/2019.

Για γραπτές συμβάσεις που έχουν καταρτισθεί μέχρι 31/1/2019, ανεξάρτητα εάν το παραστατικό παρεχόμενων υπηρεσιών εκδοθεί πριν ή μετά την ανωτέρω ημερομηνία, εφαρμόζεται το προγενέστερο καθεστώς (χωρίς δηλαδή κρατήσεις για ασφαλιστικές εισφορές).

Σε περίπτωση που υπάρχει προφορική συμφωνία και όχι γραπτή σύμβαση, ακόμη και εάν η συμφωνία έχει γίνει πριν την 31/1/2019, οι κοινοποιούμενες ρυθμίσεις εφαρμόζονται για παραστατικά που εκδίδονται μετά την ανωτέρω ημερομηνία, εξετάζεται δηλαδή η ημερομηνία της απόδειξης, ανεξαρτήτως του χρόνου που επήλθε η προφορική συμφωνία.

Υποχρέωση να παρακρατήσει, να δηλώσει και να αποδώσει τις ασφαλιστικές εισφορές έχει ο λήπτης των υπηρεσιών. Οι παρακρατηθείσες εισφορές καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του επόμενου μήνα της έκδοσης του παραστατικού. Συνεπώς επιχειρήσεις οι οποίες δεν είχαν απασχολήσει προσωπικό έως τώρα και πρέπει να πληρώσουν αμοιβή με Απόδειξη Δαπάνης, θα πρέπει να απογραφούν στον ΕΦΚΑ ( ΙΚΑ ) και να λάβουν Αριθμό Μητρώου Εργοδότη και κωδικούς για την ηλεκτρονική υποβολή των δηλώσεων. Ο χρόνος απογραφής τους θα πρέπει να είναι πριν την έκδοση του παραστατικού. Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τα πρόσωπα τα οποία αμείβονται με παραστατικά παρεχόμενων υπηρεσιών, στην περίπτωση που δεν είναι απογεγραμμένοι στον ΕΦΚΑ  θα πρέπει να απογραφούν και να λάβουν Αριθμό Μητρώου Ασφαλισμένου πριν από την έκδοση του παραστατικού.

Παραθέτουμε ένα παράδειγμα με τις κρατήσεις των παραστατικών παρεχόμενων υπηρεσιών (τίτλος κτήσης – απόδειξη επαγγελματικής δαπάνης), όπως ισχύουν από 01/02/2019:

Παραστατικό μικτής αξίας €250,00.
Η καθαρή αξία του παραστατικού ανέρχεται σε €191,00 (250,00€ – 59€), μετά τις κρατήσεις φόρου (20%) και χαρτοσήμου (3,6%).
Ασφαλιστικές εισφορές:

Για κύρια σύνταξη: €191,00 x 13,33% = €25,46

Για υγειονομική περίθαλψη : €191,00 x 6,95% = €13,28

Σύνολο Ασφαλιστικών Εισφορών : €25,46 + €13,28 = €38,74

Καταβληθείσα καθαρή αμοιβή  152,26€.

 

Πότε εκδίδεται απόδειξη δαπάνης (ή τίτλος κτήσης):

Όταν ο λήπτης της αμοιβής παρέχει υπηρεσίες (έργο) προς τον αποδέκτη των υπηρεσιών, χωρίς η παροχή αυτής της εργασίας να εμπίπτει στις διατάξεις του εργατικού δικαίου. Όταν δηλαδή ο αμειβόμενος κατά την εκτέλεση της εργασίας του ΔΕΝ βρίσκεται σε νομική και προσωπική εξάρτηση έναντι του εργοδότη, η οποία εκδηλώνεται με το δικαίωμα του τελευταίου να καθορίζει τον τόπο, τον χρόνο, τον τρόπο και την έκταση της παροχής της, μέσα στα νόμιμα ή συμβατικά πλαίσια, κατά τρόπο δεσμευτικό για τον αμειβόμενο, δίνοντας σ’ αυτόν τις αναγκαίες για τον σκοπό αυτό εντολές και οδηγίες τις οποίες είναι υποχρεωμένος να ακολουθεί και να εκτελεί, καθώς και με το δικαίωμα να ασκεί εποπτεία και έλεγχο για τη διαπίστωση συμμορφώσεως του αμειβόμενου προς αυτές.

Όταν η εργασία δεν είναι ανεξάρτητη, προηγείται κατάρτιση σύμβασης εξαρτημένης εργασίας και πρόσληψη του μισθωτού. Η σύμβαση εμπίπτει στις διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας και η ασφάλιση στις διατάξεις της ασφάλισης μισθωτών (πρώην ΙΚΑ). Εξάλλου, στη νομοθεσία του ΙΚΑ προβλέπεται ότι, σε περίπτωση δυσχερούς διάκρισης σχετικά με το αν η εργασία ενός προσώπου είναι εξαρτημένη ή όχι, ισχύει εκ του νόμου τεκμήριο υπέρ της εξαρτημένης εργασίας.

Στη περίπτωση της σύμβασης ανεξάρτητων υπηρεσιών υπάρχει μεν κάποια δέσμευση και εξάρτηση, ή οποία μπορεί να έχει σχέση και με τον τόπο ή τα χρονικά πλαίσια παροχής της εργασίας, χωρίς όμως να υποδηλώνει εξάρτηση του εργαζομένου από τον εργοδότη.

Εφόσον λοιπόν δεν πρόκειται για σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, ο αμειβόμενος μπορεί να πληρωθεί με Απόδειξη Δαπάνης υπό την εξής προϋπόθεση:

  • Η παροχή υπηρεσιών (ή και η πώληση προϊόντων) να αποτελεί ευκαιριακή και παρεπόμενη απασχόληση και εφόσον οι συναλλαγές αυτές στο σύνολό τους δεν υπερβαίνουν το ποσό των 10.000  ευρώ ετησίως.
  • Ή ο λήπτης της αμοιβής να είναι δημόσιος ή ιδιωτικός υπάλληλος ή συνταξιούχος που είναι συγγραφέας ή εισηγητής εκπαιδευτικών προγραμμάτων και σεμιναρίων, εφόσον δεν ασκεί άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα.

Σύμφωνα με τη φορολογική νομοθεσία κάθε τρεις ομοειδείς συναλλαγές (παροχή υπηρεσιών ή πώληση προϊόντων) που λαμβάνουν χώρα εντός ενός εξαμήνου θεωρούνται συστηματική και όχι ευκαιριακή διενέργεια πράξεων, φορολογούνται ως εισόδημα από επιχείρηση – ανεξαρτήτως ποσού – και (στις περισσότερες περιπτώσεις) υπάγονται στον ΦΠΑ.

Συμπέρασμα:

Οι αποδείξεις δαπάνης εκδίδονται ΜΟΝΟ εφόσον πρώτα λάβουμε υπόψη τους παραπάνω περιορισμούς και επισημάνσεις. Σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστούν τις κανονικές μορφές εργασίας (μισθωτή απασχόληση ή επιχειρηματική δραστηριότητα), διότι ενέχουν κινδύνους και για τα δύο συμβαλλόμενα μέρη.

Κυριακή Παπαβασιλείου

 

 

Χωριστές Φορολογικές Δηλώσεις

Έως 28 Φεβρουαρίου 2020 τα ζευγάρια θα πρέπει να γνωστοποιήσουν, μέσω την ηλεκτρονικής εφαρμογής taxis, την επιλογή τους για την υποβολή χωριστής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος. Παρακάτω σας παραθέτω επισημάνσεις καθώς και κάποιες διευκρινίσεις που πρέπει να διαβάσουν προσεκτικά οι φορολογούμενοι, πριν αποφασίσουν να υποβάλλουν αίτηση ξεχωριστής δήλωσης.

Μειονεκτήματα

Τα μειονεκτήματα της υποβολής ξεχωριστής δήλωση για τους συζύγους είναι τα εξής:

  • Οι φορολογούμενοι δεν έχουν την δυνατότητα να μεταφέρουν το εισόδημα από τον έναν σύζυγο στον άλλον για να καλύψουν τεκμήρια που μπορεί να έχει ο ένας εκ των δύο. Για παράδειγμα ο σύζυγος δηλώνει πολύ μικρό εισόδημα και η σύζυγος του είναι μισθωτή. Λόγω της άθροισης των εισοδημάτων καλύπτοντα τα τεκμήρια διαβίωσης(ΙΧ, κατοικία, κλπ) και έτσι δεν προκύπτει πρόσθετος φόρος εισοδήματος για τον σύζυγο.
  • Οι δαπάνες με αποδείξεις ή πλαστικό χρήμα που είναι απαραίτητες για την παροχή έκπτωσης του φόρου δεν μεταφέρεται από τον ένα σύζυγο στον άλλον σε περίπτωση που δεν επαρκούν για τον οδηγηθούν στο αφορολόγητο όριο.
  • Όταν υπάρχει ανήλικο τέκνο το οποίο δεν έχει υποχρέωση σε υποβολή φορολογικής δήλωσης και το οποίο προέρχεται από κοινό γάμο, το εισόδημα του ανήλικου τέκνου που δεν φορολογείται στο όνομα του, δηλώνεται αποκλειστικά από τον γονέα με το μεγαλύτερο εισόδημα. Αν τα εισοδήματα είναι ίσα, τότε βαρύνουν τον πατέρα. Αυτό πιθανόν να επιφέρει πρόσθετη φορολογική επιβάρυνση λόγω πχ. εισφοράς αλληλεγγύης.
  • Συνεπάγεται διπλάσιο κόστος σε χρόνο και αμοιβές σε φοροτεχνικούς για την ορθή συμπλήρωση τους.

Επισημάνσεις

  •  Η δήλωση δύναται να υποβάλλεται χωριστά, εφόσον ένας τουλάχιστον εκ των συζύγων το επιλέξει, με ανέκκλητη δήλωσή του για κάθε φορολογικό έτος, μέχρι την 28η Φεβρουαρίου του έτους υποβολής της δήλωσης.
  • Η επιλογή αυτή είναι δεσμευτική ως προς το φορολογικό έτος που αφορά και για τον άλλο σύζυγο. Μετά την παρέλευση της προθεσμίας αυτής, δεν είναι δυνατή η ανάκληση της δήλωσης και η υποβολή κοινής δήλωσης.
  • Η ειδική ηλεκτρονική εφαρμογή γνωστοποίησης της επιλογής θα παραμείνει διαθέσιμη και μετά την 28η Φεβρουαρίου και μέχρι την καταλυτική υποβολής της εμπρόθεσμης δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, αποκλειστικά για τους φορολογούμενους που συνάπτουν ή δηλώνουν γάμο μετά τις 28/2.
  • Η εφαρμογή αυτή δεν αφορά τα μέρη συμφώνου συμβίωσης, ούτε φορολογούμενους σε διάσταση, πτώχευση και δικαστική συμπαράσταση.

Κλάδη Φωτεινή

Μισθώσεις Airbnb 2ο Μέρος

Tέθηκε σε λειτουργία το Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής στον ιστότοπο www.aade.gr.

Η είσοδος στην παραπάνω εφαρμογή γίνεται μέσω των προσωπικών κωδικών TAXISnet των Διαχειριστών Ακινήτων Βραχυχρόνιας Μίσθωσης. Η καταχώρηση στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής πραγματοποιείται ανά εκμισθούμενο ακίνητο. Η διαδικασία λήψης Αριθμού Μητρώου Ακινήτων (Α.Μ.Α) ολοκληρώνεται άμεσα και αποκλειστικά με ηλεκτρονικό τρόπο.

Η διαδικασία χωρίζεται στα παρακάτω στάδια:

1ο στάδιο

Δήλωση Διαχειριστή Ακινήτων

Τα απαιτούμενα στοιχεία είναι τα εξής:

  • Τηλέφωνο Επικοινωνίας
  • Email

2ο στάδιο

Εισαγωγή Ακινήτων – Απόκτηση Α.Μ.Α. (Αριθμός Μητρώου Ακινήτου)

Τα απαιτούμενα στοιχεία είναι τα εξής:

  • Επιλογή Ιδιότητας  (συμπληρώνεται ανάλογα με την ιδιότητα του Διαχειριστή)
  • Στοιχεία Διεύθυνσης Ακινήτου (ΑΤΑΚ)
  • Δηλώσεις (συμπληρώνεται ανάλογα με το εμπράγματο δικαίωμα του ιδιοκτήτη)

Οριστικοποίηση

3ο στάδιο

Υποβολή Δήλωσης Βραχυχρόνιας Διαμονής

Υποβολή Νέας Δήλωσης

Τα απαιτούμενα στοιχεία είναι τα εξής:

  • Ημερομηνία Άφιξης & αναχώρησης διαμονής.
  • Συνολικό συμφωνηθέν μίσθωμα.
  • Τρόπος πληρωμής μισθώματος.
  • Ηλεκτρονική πλατφόρμα (πχ. BOOKING, AIRBNB κοκ).
  • Στοιχεία μισθωτή ( ΑΦΜ, Ονοματεπώνυμο, σε περίπτωση αλλοδαπού χρειάζεται Αρ. Διαβατηρίου/ Ταυτότητα Ε.Ε).
  • Σε περίπτωση ακύρωσης της διαμονής χρειαζόμαστε συνολικό εισπραχθέν ποσό & ημερομηνία ακύρωσης.

Οριστικοποίηση

Υποχρέωση Υποβολής

  • Οι Δηλώσεις Βραχυχρόνιας Διαμονής υποβάλλονται μέχρι τις 20 του επομένου μήνα από την ημερομηνία αναχώρησης του μισθωτή από το ακίνητο.

Κατ’ εξαίρεση, ειδικά για τις βραχυχρόνιες μισθώσεις που έχουν συναφθεί από 1/1/2018 έως 30/8/2018, οι Διαχειριστές Ακινήτων υποχρεούνται μέχρι τις 30 Νοεμβρίου 2018 να υποβάλουν συγκεντρωτική, ανά ακίνητο, Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής για όλες τις βραχυχρόνιες μισθώσεις της περιόδου αυτής  δηλαδή από 1/1/2018 έως 30/8/2018.

Συνοψίζοντας τα παραπάνω, προκειμένου ο Διαχειριστής Ακινήτου να πραγματοποιεί Βραχυχρόνιες Μισθώσεις, θα πρέπει:

  1. Να εισέλθει με τους προσωπικούς του κωδικούς στο TAXISnet στο Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής που τηρείται στον ιστότοπο aade.gr, ώστε να καταχωρήσει το ακίνητο και να αποκτήσει Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.). Διευκρινίζεται ότι η καταχώρηση πραγματοποιείται ανά εκμισθώμενο «Ακίνητο».
  2. Να αναρτά τον Αριθμό Μητρώου Ακινήτου (Α.Μ.Α.) στις ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς  και σε κάθε μέσο προβολής
  3. Να υποβάλλει τη Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής μέχρι τις 20 του επόμενου μήνα από την ημέρα αναχώρησης του μισθωτή από το ακίνητο.
  4. Να καταχωρεί συγκεντρωτική, ανά ακίνητο, Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής, μέχρι την τελευταία ημέρα του τρίτου μήνα από την έναρξη λειτουργίας της εφαρμογής του «Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής», όπου θα συμπεριλαμβάνει όλες τις βραχυχρόνιες μισθώσεις που έχουν συναφθεί από την 1.1.2018 έως 30/08/2018.

Χρύσα Κωνσταντέλια

Μισθώσεις Airbnb

Βραχυχρόνιες μισθώσεις.

 Α) Βραχυχρόνια μίσθωση γενικά:

 Ο νόμος 2160/1993, στην παράγραφο 7 του άρθρου 1 όριζε τα εξής:

 Δεν θεωρούνται τουριστικά καταλύματα τα ακίνητα, τα οποία αποδεδειγμένα εκμισθώνονται εν όλω ή εν μέρει για προσωρινή διαμονή του ίδιου του μισθωτή με μίσθωμα που ορίζεται κατά μήνα, είτε συνολικά για όλη τη διάρκεια της μίσθωσης, εφόσον η μίσθωση υπερβαίνει τις ενενήντα (90) ημέρες.

 Επομένως, η μίσθωση για χρονικό διάστημα μέχρι 90 ημέρες, καθιστούσε το ακίνητο τουριστικό κατάλυμα (επιχειρηματική δραστηριότητα), οπότε απέκλειε την βραχυχρόνια εκμίσθωση από ιδιώτες χωρίς να έχουν εφοδιαστεί με σήμα ΕΟΤ για το ακίνητο.

Στη συνέχεια, ο νόμος 4254/2014 τροποποίησε το άρθρο του παραπάνω παλαιότερου νόμου, ως εξής:

Ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή για χρονικό διάστημα μικρότερο των τριάντα (30) ημερών θεωρείται τουριστικό κατάλυμα.

 Πρακτικά δηλαδή περιορίστηκε η διάρκεια χαρακτηρισμού της εκμίσθωσης ως βραχυχρόνιας στις 30 ημέρες (από 90 που ήταν).

Και πάλι όμως ήταν αδύνατον κάποιος ιδιώτης να εκμισθώνει το ακίνητο του για χρονικό διάστημα μικρότερο των 30 ημερών χωρίς να έχει εφοδιαστεί με σήμα ΕΟΤ για το ακίνητο.

Στη συνέχεια ήρθε ο νόμος 4276/2014, σχετικός με θέματα που αφορούν την αδειοδότηση των τουριστικών καταλυμάτων, ο οποίος στην παρ. 1 του δεύτερου άρθρου όριζε:

 Ακίνητο που εκμισθώνεται για προσωρινή διαμονή του μισθωτή για χρονικό διάστημα μικρότερο των τριάντα (30) ημερών θεωρείται τουριστικό κατάλυμα.

Δεν άλλαζε κάτι δηλαδή σε σχέση με το προϊσχύον καθεστώς.

Όμως λίγο αργότερα, με τον νόμο 4336/2015 η παράγραφός αυτή αλλά και η παλαιότερη του 2160/1993 καταργήθηκαν από 01/11/2015.

Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι μπορούσε οποιοσδήποτε να εκμισθώνει το ακίνητο του, ακόμη και για μία ημέρα, χωρίς να χρειάζεται να εφοδιαστεί με σήμα ΕΟΤ για το ακίνητο.

Μέχρι και σήμερα λοιπόν, δεν υπάρχει απαγόρευση στο να εκμισθώνει κάποιος το ακίνητο του για βραχύ διάστημα, ούτε και τίθεται χρονικός περιορισμός στη βραχυχρόνια μίσθωση που να υποχρεώνει τον εκμισθωτή να διαθέτει σήμα ΕΟΤ ή να χρειάζεται να προβεί σε έναρξη τουριστικής επιχείρησης για το εισόδημα που αποκτά από τις μισθώσεις τέτοιου είδους.

Πρέπει όμως να τονίσουμε ότι αναφερόμαστε μόνο στη μίσθωση του ακινήτου. Αν η μίσθωση συνοδεύεται και από παρεπόμενες υπηρεσίες (καθαριότητα, διατροφή κλπ.), τότε πρόκειται για επιχειρηματική δραστηριότητα και απαιτείται σήμα ΕΟΤ, έναρξη επιχείρησης και υπαγωγή στον ΦΠΑ.

 Β) Βραχυχρόνια μίσθωση μέσω ψηφιακής πλατφόρμας:

 Ο πρόσφατος νόμος 4446/2016 με το άρθρο 111, οριοθέτησε το πλαίσιο για τις βραχυχρόνιες εκμισθώσεις ιδιωτών, μέσω των ψηφιακών πλατφορμών.

 Οι ρυθμίσεις του νόμου αυτού δεν αφορούν γενικά τις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων. Ο νόμος αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στις βραχυχρόνιες μισθώσεις που πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της «οικονομίας του διαμοιρασμού» δηλαδή μισθώσεις ακινήτων που συνάπτονται μέσω των ψηφιακών πλατφορμών για συγκεκριμένη χρονική διάρκεια, μικρότερη του έτους. Επισημαίνεται ότι ειδικά για την περίπτωση της «βραχυχρόνιας μίσθωσης», «ψηφιακές πλατφόρμες» νοούνται όσες παρέχουν εξειδικευμένα εργαλεία για την σύναψη της μίσθωσης ηλεκτρονικά και δεν περιορίζονται στην προβολή του «ακινήτου».
Κατά συνέπεια τυχόν βραχυχρόνιες μισθώσεις που συνάπτονται ιδιωτικά και όχι μέσω πλατφόρμας όπως είναι η Airbnb και άλλες παρόμοιες, δεν υπάγονται στις συγκεκριμένες ρυθμίσεις και αντιμετωπίζονται ως κοινές αστικές μισθώσεις, εκτός εάν συνοδεύονται από παρεπόμενες υπηρεσίες, οπότε αντιμετωπίζονται ως επιχειρηματική δραστηριότητα.

Μπορούμε να διακρίνουμε λοιπόν τις βραχυχρόνιες μισθώσεις σε αστικές και επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Αστικές είναι εκείνες στις οποίες δεν παρέχονται παρεπόμενες υπηρεσίες πέραν της μίσθωσης και επιχειρηματικές είναι εκείνες που συνδυάζονται με υπηρεσίες όπως για παράδειγμα καθαριότητα, πρωινό κλπ.

Στη συνέχεια, πρέπει να διακρίνουμε τις αστικές βραχυχρόνιες μισθώσεις σε εκείνες που δεν συνάπτονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών και αφορούν αυτοτελή ακίνητα, και σε εκείνες που συνάπτονται μέσω ψηφιακών πλατφορμών (Airbnb, booking κλπ).

Για τις δεύτερες, ο νόμος 4446/2016 θέτει το πλαίσιο ως εξής:

  • Ακίνητο το οποίο μπορεί να εκμισθώνεται θεωρείται:

α) το διαμέρισμα,
β) η μονοκατοικία, εξαιρουμένων των μονοκατοικιών οι οποίες έχουν χαρακτηριστεί ως τέτοιες λόγω της κατάργησης της σύστασης οριζόντιας ιδιοκτησίας,
γ) οποιαδήποτε άλλη μορφή οικήματος με δομική και λειτουργική αυτοτέλεια,
δ) τα δωμάτια εντός διαμερισμάτων ή μονοκατοικιών.

Τα «Ακίνητα» που διατίθενται για βραχυχρόνια μίσθωση δύναται να είναι ενιαίοι χώροι, ή να μισθώνονται τμηματικά.

  • Διαχειριστής ακινήτου:

Ορίζεται ως διαχειριστής ακινήτου βραχυχρόνιας μίσθωσης το φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή κάθε είδους νομική οντότητα, που αναλαμβάνει την διαδικασία ανάρτησης ακινήτου στις ψηφιακές πλατφόρμες με σκοπό την βραχυχρόνια μίσθωση και γενικά μεριμνά για την βραχυχρόνια μίσθωση του ακινήτου. Διαχειριστής ακινήτου είναι ο κύριος του ακινήτου ή νομέας ή επικαρπωτής ή υπεκμισθωτής. Σε ειδικές περιπτώσεις (σχολάζουσα κληρονομιά, σύνδικος πτώχευσης, ασκών γονική μέριμνα κλπ.), διαχειριστής ορίζεται τρίτος. Δεν προβλέπεται η δυνατότητα διαχειριστής του ακινήτου να είναι κάποιος άλλος τρίτος, έναντι αμοιβής, προμήθειας κλπ.
Υπογραμμίζεται ότι για κάθε ένα ακίνητο ορίζεται ένας μόνο «Διαχειριστής».

Ο διαχειριστής είναι αυτός που επωμίζεται το κύριο βάρος, ως προς την εκπλήρωση των δηλωτικών υποχρεώσεων που θέτει ο νόμος. Συγκεκριμένα:

α) Εγγράφει κάθε υπαγόμενο στο νόμο διατιθέμενο προς εκμίσθωση ακίνητο, στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής». Εξαιρούνται της υποχρέωσης εγγραφής στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής» οι «Διαχειριστές» που διαθέτουν Ειδικό Σήμα Λειτουργίας (Ε.Σ.Λ.), έχουν όμως την υποχρέωση να αναγράφουν, σε εμφανές σημείο, τον αριθμό του Ειδικού Σήματος Λειτουργίας κατά την ανάρτηση του «Ακινήτου» στις ψηφιακές πλατφόρμες, καθώς και σε κάθε μέσο προβολής.
Σε περίπτωση που ο «Διαχειριστής» εκμισθώνει διακριτά στην πλατφόρμα περισσότερους του ενός χώρους στο ίδιο ακίνητο, θα πρέπει να αποκτά ξεχωριστό αριθμό μητρώου για κάθε έναν από αυτούς.
β) Αναρτά το ακίνητο βραχυχρόνιας μίσθωσης στις ψηφιακές πλατφόρμες της οικονομίας του διαμοιρασμού καθώς και σε κάθε μέσο προβολής με υποχρεωτική αναγραφή του αριθμού εγγραφής του στο ως άνω «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής».
γ) Υποβάλλει τη «Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής» ανά μισθωτή και μίσθωση.
δ) Καταχωρεί στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής» στοιχεία (συνδικαιούχοι εισοδήματος, ποσοστά κ.α.), ανά δικαιούχο εισοδήματος,
ε) Είναι υπεύθυνος για τη δημόσια κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (ΤΠΔ) του ποσού που αναλογεί σε αγνώστους δικαιούχους εισοδήματος, τους οποίους δεν ήταν δυνατόν να γνωρίζει κατά την εγγραφή του «Ακινήτου» στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής».

  • Δικαιούχος του εισοδήματος:

Δικαιούχος του εισοδήματος (και υποκείμενος σε φόρο) είναι ο κύριος του ακινήτου ή ο νομέας ή ο επικαρπωτής ή ο υπεκμισθωτής.

Δεν πρέπει να συγχέουμε τον διαχειριστή του ακινήτου με τον δικαιούχο του εισοδήματος. Ο δικαιούχος του εισοδήματος είναι ο ιδιοκτήτης ή ο εκμεταλλευτής του ακινήτου (σε περίπτωση υπεκμίσθωσης). Ο διαχειριστής του ακινήτου αναλαμβάνει τις δηλωτικές υποχρεώσεις και κατά κανόνα είναι ο ίδιος ο ιδιοκτήτης (ή ένας εκ των συνιδιοκτητών) ή ο εκμεταλλευτής (σε περιπτώσεις υπεκμίσθωσης).

Ο κύριος του «Ακινήτου» ή ο επικαρπωτής εφόσον αναθέτουν σε υπεκμισθωτή ή ο υπεκμισθωτής εφόσον αναθέτει σε άλλο υπεκμισθωτή τη διαχείριση «Ακινήτου» με σκοπό τη βραχυχρόνια μίσθωση, έχει υποχρέωση υποβολής Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας, στην οποία καταχωρεί τα στοιχεία του «Διαχειριστή». Η δήλωση αυτή προηγείται της εγγραφής στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής». Σε περίπτωση μη υποβολής αυτής, θεωρείται ο ίδιος «Διαχειριστής» του «Ακινήτου». Σε περίπτωση συνιδιοκτησίας «Ακινήτου», όταν «Διαχειριστής» βραχυχρόνιας μίσθωσης είναι ένας εκ των συνιδιοκτητών, οι συνιδιοκτήτες δεν υποχρεούνται στην υποβολή Δήλωσης Πληροφοριακών Στοιχείων Μίσθωσης Ακίνητης Περιουσίας.

4) Τι υποχρεώσεις έχει η πλατφόρμα:

Η εταιρεία που διαθέτει την ηλεκτρονική πλατφόρμα για την πραγματοποίηση των συναλλαγών αυτών (των βραχυχρόνιων μισθώσεων) υποχρεούται να παρέχει στην Α.Α.Δ.Ε. εφόσον της ζητηθεί, κάθε πληροφορία η οποία είναι απαραίτητη για την ταυτοποίηση των διαχειριστών ακινήτων, καθώς και των ακινήτων που αναρτώνται σε αυτή.
Κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης: 250 ή 500 ευρώ σύμφωνα με την κατηγορία τηρούμενων βιβλίων.

 5) Πώς δηλώνεται το εισόδημα:

Το εισόδημα για κάθε δικαιούχο εισοδήματος θα προκύπτει ως εξής:

Α) Με την εγγραφή του κάθε ακινήτου στο «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής» ο διαχειριστής υποχρεούται να καταγράψει όλους τους δικαιούχους εισοδήματος, από το εν λόγω ακίνητο.
Τα στοιχεία αυτά (δικαιούχοι εισοδήματος, ποσοστά κ.λπ.) μπορεί να τα καταχωρήσει κατά την διαδικασία οριστικοποίησης του «Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής», έως και την ημερομηνία έναρξης των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος εκάστου φορολογικού έτους, προκειμένου να προσδιοριστεί το φορολογητέο εισόδημα ανά δικαιούχο εισοδήματος. Σε περίπτωση που κατά την ημερομηνία οριστικοποίησης του «Μητρώου Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής» δεν έχουν καταχωριστεί από τον «Διαχειριστή» ποσοστά δικαιούχων εισοδήματος ή και ποσοστά αγνώστων ιδιοκτητών, ώστε να συμπληρώνεται το 100% του εισοδήματος, το ποσό που αντιστοιχεί στο υπολειπόμενο ποσοστό, φορολογείται στον ίδιο, εφόσον για το ποσοστό αυτό δεν έχει προβεί στη δημόσια κατάθεση στο Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων (ΤΠΔ) του ποσού που αναλογεί σε αγνώστους δικαιούχους εισοδήματος, τους οποίους ο «Διαχειριστής», δεν ήταν δυνατόν να γνωρίζει. Σε περίπτωση εμφάνισης του δικαιούχου εισοδήματος και είσπραξης του ποσού από το Τ.Π.Δ., ο δικαιούχος υποχρεούται σε υποβολή δήλωσης για το εισόδημα που εισέπραξε.

Β) Αφού βάσει των παραπάνω είναι γνωστά τα ποσά ανά ακίνητο που αντιστοιχούν σε κάθε δικαιούχο, αυτό που απομένει είναι να προσδιοριστεί το ποσό του εισοδήματος. Αυτό θα πραγματοποιείται μέσω των υποβαλλόμενων «Δηλώσεων Βραχυχρόνιας Διαμονής».
Η δήλωση αυτή υποβάλλεται από το διαχειριστή για κάθε μίσθωση. Οι «Δηλώσεις Βραχυχρόνιας Διαμονής» (αρχικές, τροποποιητικές) υποβάλλονται μέχρι την 12η ώρα βραδινή της επομένης εργάσιμης ημέρας από την ημέρα αναχώρησης του μισθωτή από το «Ακίνητο». Σε περίπτωση ακύρωσης της βραχυχρόνιας μίσθωσης και όταν βάσει πολιτικής ακύρωσης προβλέπεται καταβολή ποσού μισθώματος από το μισθωτή, υποβάλλεται αρχική «Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής» μέχρι την 12η ώρα βραδινή της επομένης εργάσιμης ημέρας από την ακύρωση.
Σε περίπτωση τροποποίησης της διάρκειας διαμονής ή της συμφωνηθείσας αξίας συνολικού συμφωνηθέντος μισθώματος ή ακύρωσης της διαμονής ή καταχώρησης λανθασμένων στοιχείων ή άλλης αιτίας, υποβάλλεται τροποποιητική «Δήλωση Βραχυχρόνιας Διαμονής».

Παράδειγμα.
Σε εντασσόμενο στο σύστημα ακίνητο, προκύπτει από το μητρώο ακινήτων βραχυχρόνιας διαμονής, ότι υπάρχουν τρείς συνιδιοκτήτες – δικαιούχοι εισοδήματος με τα ακόλουθα ποσοστά:

– Ο Α (διαχειριστής) με ποσοστό 40%.

– Ο Β με ποσοστό 40% και

– Ο Γ (Ε.Π.Ε.) με ποσοστό 20%.

Από το άθροισμα των δηλώσεων βραχυχρόνιας διαμονής που υποβλήθηκαν στη διάρκεια του έτους προκύπτει ότι το συνολικό εισόδημα ήταν 20.000 ευρώ.
Άρα το εισόδημα ανά φορολογούμενο θα είναι: 8.000 ευρώ για τον Α, 8.000 ευρώ για τον Β και 4.000 ευρώ για την ΕΠΕ Γ.
ΠΡΟΣΟΧΗ. Ο παραπάνω τρόπος υπολογισμού, όπως και οι λοιπές υποχρεώσεις ισχύουν για βραχυχρόνιες μισθώσεις στο πλαίσιο της οικονομίας του διαμοιρασμού που συνάπτονται από την 1.1.2018 και μετά.
Δεν είναι μέχρι στιγμής γνωστό εάν τα παραπάνω δεδομένα θα μεταφέρονται αυτόματα και θα εμφανίζονται προσυμπληρωμένα στη φορολογική δήλωση του κάθε δικαιούχου ή εάν θα δηλώνονται από αυτόν και θα διενεργείται στη συνέχεια διασταύρωση των στοιχείων.

6)  Ποιες είναι οι κυρώσεις που επιβάλλονται σε περίπτωση μη συμμόρφωσης:

Τα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης δύνανται να εντοπίζουν τους «Διαχειριστές» που δεν έχουν τηρήσει τις προϋποθέσεις του νόμου, μέσω ηλεκτρονικών διασταυρώσεων από ίδιες ή τρίτες πηγές, με κάθε πρόσφορο μέσο, ή και με μικτά συνεργεία ελέγχου που μπορεί να αποτελούνται από υπαλλήλους της Α.Α.Δ.Ε. και του Υπουργείου Τουρισμού. Επιπλέον μπορεί να ζητείται η συνδρομή της Οικονομικής Αστυνομίας. Οι κυρώσεις που επιβάλλονται κατά περίπτωση είναι οι εξής:

Επισημαίνεται ότι τα παραπάνω πρόστιμα είναι ανεξάρτητα από αυτά που θα επιβληθούν κατά τον τυχόν εντοπισμό φορολογικών παραβάσεων, όπως για παράδειγμα μη πραγματοποίηση έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας ενώ υπήρχε υποχρέωση για αυτό λόγω υπέρβασης κριτηρίων. Στην περίπτωση αυτή θα επιβληθούν οι προβλεπόμενες από τον Κ.Φ.Δ. κυρώσεις για μη τήρηση βιβλίων, μη απόδοση ΦΠΑ κ.ο.κ.

7)  Πλεονεκτήματα-Μειονεκτήματα Ιδιωτικών Μισθώσεων και Επιχειρηματικής Δραστηριότητας:

ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
-Δεν υπάρχει υποχρέωση απόκτησης σήματος ΕΟΤ.
-Απαλλαγή από ΦΠΑ.
-Απαλλαγή από υποχρέωση τήρησης βιβλίων.
-Απαλλαγή από τέλη (διαμονής κλπ).
-Φορολόγηση με την κλίμακα εισοδήματος ακίνητης περιουσίας.
-Δεν υπολογίζεται προκαταβολή φόρου.

-Δεν υπάρχει ασφαλιστέα ιδιότητα, οπότε και δεν καταβάλλονται εισφορές στον ΕΦΚΑ.

ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ
– Χάνεται η δυνατότητα φορολογικής έκπτωσης δαπανών επί του ακινήτου, πέρα του οριζόμενου εκ του νόμου ποσοστού 5% επί του ακαθάριστου εισοδήματος.

Αυτό είναι σημαντικό μειονέκτημα στις περιπτώσεις εκείνες που για το ακίνητο θα πραγματοποιηθούν δαπάνες ανακαίνισης για παράδειγμα.
– Δεν υπάρχει η δυνατότητα παροχών προς τους τουρίστες.
– Η φορολόγηση με την κλίμακα ακίνητης περιουσίας είναι σημαντική από κάποιο ποσό εισοδήματος και πάνω.

8) Πότε είναι υποχρεωτική η φορολόγηση του εισοδήματος ως εισοδήματος επιχειρηματικής δραστηριότητας.

Κατά πρώτο λόγο η παροχή οποιασδήποτε υπηρεσίας κατά τη διάρκεια της μίσθωσης, πλην της παροχής κλινοσκεπασμάτων προσδίδει σε αυτή τον χαρακτήρα της παροχής υπηρεσιών τουριστικού καταλύματος και όχι εκμίσθωσης ακινήτου. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση αυτή ο φορολογούμενος θεωρείται ότι ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα.
Δεν αποτελούν πρόσθετη υπηρεσία:

  • H παροχή ηλεκτρικού ρεύματος, αφού η τυχόν απουσία της θα καθιστούσε το ακίνητο μη κατοικήσιμο.
  • Η επίπλωση ενός ακινήτου όπως το ψυγείο, η κουζίνα, ο φούρνος, ο θερμοσίφωνας για την παροχή ζεστού νερού, το πλυντήριο κλπ.

Αντίθετα πρόσθετη υπηρεσία θεωρείται η παροχή πρωϊνού ή γεύματος ή η παροχή υπηρεσίας καθαριότητας του χώρου κατά τη διάρκεια της μίσθωσης.
Ένας δεύτερος παράγοντας που θα μπορούσε να οδηγήσει στην υποχρέωση έναρξης επιχειρηματικής δραστηριότητας, έχει να κάνει με την υπέρβαση κριτηρίων που βάσει πρόβλεψης του νόμου θα ισχύουν σε συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές της χώρας, οι οποίες θα οριστούν με απόφαση των Υπουργών Οικονομίας και Ανάπτυξης, Οικονομικών και Τουρισμού, που πρόκειται να εκδοθεί.

Οι περιορισμοί αυτοί θα αφορούν τα εξής:

α. Απαγόρευση εκμίσθωσης άνω των 2 ακινήτων ανά Α.Φ.Μ. δικαιούχου εισοδήματος.
β. Οι εκμισθώσεις να μην υπερβαίνουν αθροιστικά τις 90 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος και για νησιά κάτω των 10.000 κατοίκων τις 60 ημέρες ανά ημερολογιακό έτος.
Κατ’ εξαίρεση θα επιτρέπεται υπέρβαση της διάρκειας, εφόσον το συνολικό εισόδημα από το σύνολο των ακινήτων που διαθέτει για μίσθωση ή υπεκμίσθωση, δεν ξεπερνά τα 12.000 ευρώ κατά το φορολογικό έτος.
Ενδεικτικά σε περιοχές που θα ισχύουν οι παραπάνω περιορισμοί μπορεί να έχουμε τις εξής περιπτώσεις:
Παράδειγμα 1.
Ιδιώτης εκμισθώνει επιπλωμένο διαμέρισμα σε τουρίστες και τους παρέχει μόνο κλινοσκεπάσματα. Η διάρκεια των εκμισθώσεων εντός του έτους ήταν 70 ημέρες και το εισόδημα που απόκτησε ήταν 16.000 ευρώ.
Το εισόδημα προέρχεται από εκμετάλλευση ακινήτων.
Παράδειγμα 2.
Ιδιώτης εκμισθώνει δύο επιπλωμένα διαμερίσματα σε τουρίστες και τους παρέχει μόνο κλινοσκεπάσματα. Η διάρκεια των εκμισθώσεων εντός του έτους ήταν 80 ημέρες για το ένα ακίνητο και 100 ημέρες για το άλλο. Το εισόδημα που απόκτησε ήταν 18.000 ευρώ.
Εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, λόγω υπέρβασης του αριθμού των ημερών και του ποσού εισοδήματος.

Μέχρι σήμερα, δεν έχει εκδοθεί κάποια σχετική με τους ανωτέρω περιορισμούς υπουργική απόφαση.

9) Εφαρμογή διατάξεων ΦΠΑ στις βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων.

Όπως προκύπτει από τις οικείες διατάξεις, το εισόδημα που αποκτάται από τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων, απαλλάσσεται του ΦΠΑ.
Απαλλάσσονται από τον ΦΠΑ οι βραχυχρόνιες μισθώσεις ακινήτων ,υπό τον όρο ότι κατά τη διάρκεια της μίσθωσης δεν παρέχονται από μέρους του εκμισθωτή πρόσθετες υπηρεσίες προς τους μισθωτές, ανάλογες με τις παρεχόμενες στον ξενοδοχειακό ή παρόμοιο τομέα, όπως υπηρεσίες καθαριότητας, περισυλλογής απορριμμάτων, αντικατάστασης κλινοσκεπασμάτων και λοιπών οικιακών ειδών, βοηθητικού προσωπικού και λοιπές υπηρεσίες για την περιποίηση των πελατών.
Η απλή παροχή κλινοσκεπασμάτων δεν θεωρείται ως πρόσθετη παροχή υπηρεσίας κατά τα ανωτέρω, συνεπώς δεν ασκεί επιρροή στην απαλλαγή από τον ΦΠΑ.

Επίλογος.

Μέχρι σήμερα δεν έχει τεθεί σε εφαρμογή το «Μητρώο Ακινήτων Βραχυχρόνιας Διαμονής», οπότε οι βραχυχρόνιες αστικές μισθώσεις μέσω ψηφιακών πλατφορμών δηλώνονται όπως και οι απλές (βραχυχρόνιες ή μη) αστικές μισθώσεις, δηλαδή με υποβολή δήλωσης στοιχείων μίσθωσης ακίνητης περιουσίας στην πλατφόρμα της ΑΑΔΕ.

Χρύσα Κωνσταντέλια

Σπύρος Σπετσιέρης

 

Εκκαθάριση εισφορών ΕΦΚΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για εφκα funny

Αγαπητοί συνεργάτες,

Εν όψει της διαδικασίας εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών στον ΕΦΚΑ του έτους 2017 σας ενημερώνουμε για τα εξής :

Με βάση τις διατάξεις των άρθρων 39 και 40 του ν.4387/2016 και τις κατ’ εξουσιοδότηση εκδοθείσες Υπουργικές Αποφάσεις, οι ασφαλιστικές εισφορές από 1/1/2017 υπολογίστηκαν με βάση τα εισοδήματα που εστάλησαν από την Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) για το έτος 2015, ως του πιο πρόσφατα εκκαθαρισμένου φορολογικού έτους. Μετά τη λήψη από την ΑΑΔΕ των στοιχείων που αφορούν στο εισόδημα του φορολογικού έτους 2016, η διαδικασία εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών έτους 2017 ολοκληρώνεται, και υπολογίζεται εκ νέου επί των (ορθών) εισοδημάτων του φορολογικού έτους 2016.

Συγκεκριμένα, για την εκκαθάριση και τον επανυπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών του έτους 2017, θα εφαρμοστούν τα εξής:

Α. Χρεωστικό Υπόλοιπο

Σε περίπτωση που από την εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών προκύπτει μεγαλύτερο ποσό από αυτό που είχε ήδη υπολογιστεί κατά τη διάρκεια του 2017, η διαφορά θα πρέπει να καταβληθεί από τον ασφαλισμένο. Το ποσό της διαφοράς (χρεωστικό υπόλοιπο) θα επιμεριστεί ισομερώς σε 5 μηνιαίες δόσεις (Απρίλιο έως Αύγουστο του 2018), ανεξαρτήτως του ύψους του ποσού αυτής, με την τελευταία δόση να είναι πληρωτέα μέχρι 30/9/2018.

Συνεπώς, οι μηνιαίες ασφαλιστικές υποχρεώσεις των μηνών Απρίλιου 2018 έως και Αυγούστου 2018 θα περιλαμβάνουν:

α) την τρέχουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά για το 2018

και

β) την μηνιαία δόση οφειλής που προκύπτει από τη διαδικασία εκκαθάρισης των ασφαλιστικών εισφορών έτους 2017.

Εάν η ως άνω μηνιαία ασφαλιστική εισφορά δεν καταβληθεί εμπρόθεσμα, επιβάλλεται ο προβλεπόμενος τόκος καθυστέρησης μόνο επί του ποσού της μηνιαίας δόσης οφειλής που δεν έχει καταβληθεί, και όχι επί του ποσού που αντιστοιχεί στην τρέχουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά του έτους 2018.

Παράδειγμα

Η εισφορά του μήνα Απριλίου 2018 περιλαμβάνει την τρέχουσα μηνιαία ασφαλιστική εισφορά ύψους πχ. €250,00 και την μηνιαία δόση οφειλής ύψους πχ. €120,00 (διαφορά από επανυπολογισμό ασφαλιστικών εισφορών έτους 2017), δηλαδή συνολικά ο ασφαλισμένος πρέπει να καταβάλει μέχρι 31/5/2018 ποσό ύψους €370,00.

Αν ο ασφαλισμένος δεν κάνει καμία καταβολή μέχρι την ανωτέρω ημερομηνία από 1/6/2018 επιβάλλεται τόκος καθυστέρησης μόνο επί του ποσού της μηνιαίας δόσης οφειλής, δηλαδή επί του ποσού των €120,00.

Β. Πιστωτικό Υπόλοιπο

Σε περίπτωση που από την εκκαθάριση των ασφαλιστικών εισφορών προκύψει ότι ο ασφαλισμένος έχει καταβάλει επιπλέον ποσό για το 2017 από αυτό το οποίο προέκυψε από τον επανυπολογισμό των ασφαλιστικών εισφορών, το ποσό της διαφοράς (πιστωτικό υπόλοιπο) επιστρέφεται αυτόματα στον ασφαλισμένο εντός διμήνου από την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης, εκτός και εάν ο ασφαλισμένος υποβάλλει αίτημα προκειμένου το ποσό να παραμείνει ως πιστωτικό υπόλοιπο στον ΕΦΚΑ.

Σημειώνουμε ότι εάν υπάρχουν καθυστερούμενες ασφαλιστικές εισφορές μηνών του έτους 2018 μέχρι την εκκαθάριση, αυτές εξοφλούνται από το πιστωτικό υπόλοιπο, και τυχόν εναπομείναν πιστωτικό υπόλοιπο επιστρέφεται στον ασφαλισμένο.

Επιπλέον σε περίπτωση που έχει υποβληθεί αίτηση για υπαγωγή στο άρθρο 39 παρ. 13 του ν.4387/2016, δηλαδή για καταβολή μειωμένων κατά 50% ασφαλιστικών εισφορών από ασφαλισμένους που συμπληρώνουν 40 έτη ασφάλισης, το οποίο εκκρεμεί μέχρι την ημερομηνία εκκαθάρισης, τα επιπλέον ποσά που έχουν καταβληθεί από τον ασφαλισμένο επιστρέφονται σύμφωνα με τα αναφερόμενα για τη διαχείριση του πιστωτικού υπολοίπου της εκκαθάρισης.

Χρύσα Κωνσταντέλια

 

Ετήσια άδεια μισθωτών

big catch

Πίνακας Αδειών – Ετήσια άδεια και επίδομα αδείας μισθωτών

Πηγή: www.taxheaven.gr

Ημέρες άδειας μισθωτών
Με το άρθρο 1 του Ν.3302/2004 αντικαθίσταται η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Α.Ν.539/1945, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρ.2 του Ν.1346/1983 και αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρ.13 του Ν.3227/2004 και επαναφέρεται το «ημερολογιακό έτος» ως βάση χορήγησης της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων.
Παράλληλα, διευκρινίζεται πλήρως και συμπληρώνεται η διαδικασία λήψης της άδειας κατά τα δύο πρώτα ημερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του μισθωτού.
Ειδικότερα, με τη νέα παράγραφο 1α του Α.Ν.539/1945, προβλέπεται ότι όλοι οι εργαζόμενοι οι οποίοι συνδέονται με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής τους σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικώς (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτό. Η αναλογία της χορηγούμενης αδείας υπολογίζεται βάσει ετήσιας άδειας 20 εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και 24 εργάσιμων ημερών, επί εξαημέρου, η οποία αντιστοιχεί σε 12 μήνες συνεχή απασχόληση.
Η εν λόγω διάταξη της παρ.1α, όπως και η αντίστοιχη ρύθμιση του άρθρου 6 του Ν.3144/2003, καταργεί το βασικό χρόνο εργασίας-αναμονής (12 μήνες σύμφωνα με τον Α.Ν.539/1945 ή 10 μήνες κατά την ΕΣΣΕ του έτους 2002), τον οποίο έπρεπε να συμπληρώσει ο μισθωτός στον ίδιο εργοδότη για τη θεμελίωση δικαιώματος λήψης άδειας.
Οι ρυθμίσεις αυτές του Ν.3302/2004, εφαρμόζουν τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (υπόθεση C-173/1999 της 28ης-06-01), η οποία ερμήνευσε το άρθρο 7 της Οδηγίας 93/1Ο4/ΕΚ, σχετικά με τη χορήγηση ετήσιας άδειας με αποδοχές.
Σύμφωνα με την εν λόγω κοινοτική ρύθμιση, όπως ερμηνεύτηκε με τη σχετική απόφαση του Δικαστηρίου, κάθε εργαζόμενος δικαιούται κατ’ ελάχιστον 4 εβδομάδες άδειας κατ’ έτος, η οποία δύναται να χορηγηθεί pro rata temporis (κατ’ αναλογία του χρόνου απασχόλησης, βλ. έκθεση Ευρ, Κοινοβουλίου).
Ως ημέρες άδειας υπολογίζονται μόνο οι εργάσιμες ημέρες. Δεν συμπεριλαμβάνονται δηλαδή στις ημέρες άδειας οι Κυριακές και οι αργίες, καθώς και οποιαδήποτε άλλη μη εργάσιμη ημέρα του μισθωτού (π.χ. Σάββατο), οι οποίες εμπίπτουν στο χρονικό διάστημα στο οποίο ο μισθωτός κάνει χρήση της άδειας του.
Κατάτμηση Αδείας
Κατά κανόνα η άδεια αναπαύσεως των μισθωτών χορηγείται ολόκληρη, άπαξ του έτους.
Κατ’ εξαίρεση, επιτρέπεται η κατάτμηση της αδείας με βάση τις προϋποθέσεις που ορίζονται από το Άρθρο 7 του Ν. 549/1977 που κύρωσε το Άρθρο 7 της ΕΓΣΣΕ 26.1.1977 όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 3846/2010
Άρθρο 7
Κατάτμηση Αδείας
Επιτρέπεται κατ’ εξαίρεση, η κατάτμηση του χρόνου αδείας εντός του αυτού ημερολογιακού έτους σε δύο περιόδους, εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης και μετά από έγκριση της οικείας Επιθεώρησης Εργασίας. Σε κάθε περίπτωση η πρώτη περίοδος της αδείας δεν μπορεί να περιλαμβάνει λιγότερες των έξι (6) εργασίμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και των πέντε (5) εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή προκειμένου περί ανηλίκων των δώδεκα (12) εργασίμων ημερών.
Η κατάτμηση του χρόνου αδείας επιτρέπεται και σε περισσότερες των δύο περιόδων, από τις οποίες η μια πρέπει να περιλαμβάνει τουλάχιστον δώδεκα (12) εργάσιμες ημέρες επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και δέκα (10) εργάσιμες ημέρες, επί πενθημέρου, ή προκειμένου περί ανηλίκων δώδεκα (12) εργάσιμες ημέρες, μετά από έγγραφη αίτηση του μισθωτού προς τον εργοδότη. Η αίτηση αυτή για την οποία δεν απαιτείται έγκριση από την αρμόδια υπηρεσία του ΣΕΠΕ, διατηρείται στην επιχείρηση επί πέντε (5) έτη και πρέπει να είναι στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας.
Με τον νόμο 4093/2012 και την ερμηνευτική του 26352/839/28.11.2012 απόφαση ορίστηκαν τα εξής:
Ε.3) Περίπτωση 3 της υποπαραγράφου ΙΑ.14 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012: Διαδικασία χορήγησης αδείας.

Η διάταξη της περίπτωσης 3 της υποπαραγράφου ΙΑ.14 του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 συμπληρώνει το άρθρο 8 του Ν.549/1977 κατά το μέρος που κύρωσε το άρθρο 7 της από 26-1-1977 ΕΓΣΣΕ και όπως είχε τροποποιηθεί με το άρθρο 6 του Ν.3846/2010 και προβλέπει συνολικά πλέον τα εξής:

α) Είναι επιτρεπτή από τον εργοδότη η κατάτμηση του χρόνου αδείας εξαιτίας ιδιαίτερα σοβαρής ή επείγουσας ανάγκης που προκύπτει στο πλαίσιο της επιχείρησης ή εκμετάλλευσης. Η κατάτμηση μπορεί να γίνει σε δυο περιόδους εντός του αυτού ημερολογιακού έτους. Η πρώτη περίοδος της άδειας που χορηγείται με αυτό τον τρόπο δεν μπορεί να είναι μικρότερη των έξι (6) εργάσιμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και των πέντε (5) εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου ή δώδεκα (12) εργάσιμων ημερών εάν πρόκειται για ανήλικο εργαζόμενο.

β) ι) Επιτρέπεται η κατάτμηση του χρόνου αδείας και σε περισσότερες των δυο περιόδων. Η διαδικασία αυτή, η οποία προβλέπει έγγραφη αίτηση του εργαζομένου προς τον εργοδότη, θα πρέπει να περιλαμβάνει την χορήγηση ενιαίου τμήματος αδείας δέκα (10) εργασίμων ημερών επί πενθημέρου ή δώδεκα (12) εργάσιμων ημερών επί εξαημέρου εβδομαδιαίας εργασίας ή δώδεκα (12) εργασίμων ημερών, εάν πρόκειται για ανήλικο εργαζόμενο. Η παραπάνω διαδικασία υπάγεται στις σχετικές διατάξεις της νομοθεσίας για την άδεια, οι οποίες προβλέπουν τη χορήγηση αδείας ή τμήματος αδείας από τον εργοδότη στον εργαζόμενο μετά από συνεννόηση των δυο μερών (άρ.4 του ΑΝ 539/1945 όπως ισχύει).

β. ιι) Νέα διάταξη η οποία συμπληρώθηκε με το ν. 4093/2012
Σε περιπτώσεις επιχειρήσεων που απασχολούν τακτικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου και έκτακτο-εποχικό προσωπικό με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου και παρουσιάζουν, σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο του έτους, μεγάλη σώρευση εργασίας εξαιτίας του είδους ή του αντικειμένου εργασιών τους, ο εργοδότης μπορεί, με απόφασή του, να χορηγεί στο τακτικό προσωπικό το ενιαίο τμήμα των 10 ή 12 εργάσιμων ημερών αδείας, επί πενθημέρου ή εξαημέρου αντίστοιχα, σε οποιοδήποτε χρονικό σημείο του ημερολογιακού έτους, εντός του οποίου πρέπει να χορηγηθεί η άδεια και ιδιαιτέρως σε σημείο κατά το οποίο έχει μειωθεί η ιδιαίτερη ένταση εργασίας. Η συγκεκριμένη απόφαση του εργοδότη για τη χορήγηση του τμήματος αδείας των δυο (2) εργάσιμων εβδομάδων, καθώς και η αίτηση του εργαζομένου για κατάτμηση αδείας δεν απαιτούν έγκριση από την Κοινωνική Επιθεώρηση Εργασίας, αλλά διατηρούνται επί πέντε (5) έτη στην επιχείρηση και είναι στην διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας.

Βλ. επίσης: https://www.taxheaven.gr/acforum/index.php?showtopic=20005
Αποδοχές.
Ο εργαζόμενος δικαιούται στη διάρκεια της άδειάς του τις αποδοχές που θα έπαιρνε αν εργαζόταν κανονικά με πλήρη απασχόληση. Στις αποδοχές αυτές συμπεριλαμβάνονται όλα τα καταβαλλόμενα επιδόματα και οι προσαυξήσεις. Ο εργοδότης υποχρεούται να προκαταβάλλει, τις αποδοχές και το επίδομα αδείας στον εργαζόμενο στην αρχή της άδειας.
Προσαύξηση της ετήσιας κανονικής άδειας λόγω προϋπηρεσίας
Το άρθρο 6 της ΕΓΣΣΕ 2000-2001 αναφέρει: «Από 1/1/2000 εργαζόμενοι που έχουν συμπληρώσει υπηρεσία 10 ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία 12 ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη και με οποιαδήποτε σχέση εργασίας, δικαιούνται άδεια 30 εργάσιμων ημερών, αν εφαρμόζεται σύστημα εξαήμερης εβδομαδιαίας εργασίας ή 25 εργασίμων ημερών, αν εφαρμόζεται σύστημα πενθήμερης εβδομαδιαίας εργασίας).
Απαγόρευση της καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας κατά τη διάρκεια της αδείας
Κατά τη διάρκεια της αδείας απαγορεύεται η απόλυση του μισθωτού απ’ τον εργοδότη (άρθρο 5 παρ. 6 ΑΝ 539/1945).
Εν τούτοις, δεν απαγορεύεται η κατά τη διάρκεια της αδείας προειδοποίηση περί της προσεχούς απολύσεώς τους, αρκεί η ημέρα της απολύσεως να εμπίπτει σε χρόνο μετά τη λήξη της αδείας. (Εφ. Λαρίσης 667/96).
Η απαγόρευση της απολύσεως δεν ισχύει κατά τη διάρκεια αναρρωτικής άδειας (ΑΠ 542/97).
—————————————–
Αρ.Πρ: οίκ.3392/01/03/05 – Eγκύκλιoς επί του άρθρου 1 του Ν. 3302/2004 (σχετικά με την Ετήσια άδεια εργασίας)
Α. ΕΤΗΣΙΑ ΑΔΕΙΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Με το άρθρο 1 του Ν.3302/2004 αντικαθίσταται η διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 2 του Α.Ν.539/1945, όπως αυτή τροποποιήθηκε με την παρ.1 του άρ.2 του Ν.1346/1983 και αντικαταστάθηκε με την παρ.1 του άρ.13 του Ν.3227/2004 και επαναφέρεται το «ημερολογιακό έτος» ως βάση χορήγησης της ετήσιας άδειας με αποδοχές των εργαζομένων.
Παράλληλα, διευκρινίζεται πλήρως και συμπληρώνεται η διαδικασία λήψης της άδειας κατά τα δύο πρώτα ημερολογιακά έτη της εργασιακής σχέσης του μισθωτού.
Ειδικότερα, με τη νέα παράγραφο 1α του Α.Ν.539/1945, προβλέπεται ότι όλοι οι εργαζόμενοι οι οποίοι συνδέονται με σύμβαση ή σχέση εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούνται να λάβουν ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής τους σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικώς (ποσοστό) με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη αυτό. Η αναλογία της χορηγούμενης αδείας υπολογίζεται βάσει ετήσιας άδειας 20 εργάσιμων ημερών επί πενθημέρου εβδομαδιαίας εργασίας και 24 εργάσιμων ημερών, επί εξαημέρου, η οποία αντιστοιχεί σε 12 μήνες συνεχή απασχόληση.
Η εν λόγω διάταξη της παρ.1α, όπως και η αντίστοιχη ρύθμιση του άρθρου 6 του Ν.3144/2003, καταργεί το βασικό χρόνο εργασίας-αναμονής (12 μήνες σύμφωνα με τον Α.Ν.539/1945 ή 10 μήνες κατά την ΕΣΣΕ του έτους 2002), τον οποίο έπρεπε να συμπληρώσει ο μισθωτός στον ίδιο εργοδότη για τη θεμελίωση δικαιώματος λήψης άδειας.
Οι ρυθμίσεις αυτές του Ν.3302/2004, εφαρμόζουν τη νομολογία του Δικαστηρίου Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (υπόθεση C-173/1999 της 28ης-06-01), η οποία ερμήνευσε το άρθρο 7 της Οδηγίας 93/1Ο4/ΕΚ, σχετικά με τη χορήγηση ετήσιας άδειας με αποδοχές.
Σύμφωνα με την εν λόγω κοινοτική ρύθμιση, όπως ερμηνεύτηκε με τη σχετική απόφαση του Δικαστηρίου, κάθε εργαζόμενος δικαιούται κατ’ ελάχιστον 4 εβδομάδες άδειας κατ’ έτος, η οποία δύναται να χορηγηθεί pro rata temporis (κατ’ αναλογία του χρόνου απασχόλησης, βλ. έκθεση Ευρ, Κοινοβουλίου).
I. Ρύθμιση άδειας κατά το 1ο ημερολογιακό έτος
Με τη νέα παρ.1 β του Α.Ν.539/1945, καθιερώνεται για το πρώτο ημερολογιακό έτος-εντός του οποίου προσελήφθη ο μισθωτός, υποχρέωση του εργοδότη να χορηγεί μέχρι την 31η Δεκεμβρίου αναλογία – ποσοστό των ημερών αδείας που δικαιούται ο μισθωτός, βάσει του χρονικού διαστήματος απασχόλησης στο έτος αυτό.
Η αναλογία της άδειας, η οποία υπολογίζεται επί των 20 -επί πενθημέρου-και των 24 -επί εξαημέρου-ημερών, θα πρέπει να χορηγείται από τον εργοδότη έως την 31η Δεκεμβρίου του ημερολογιακού έτους πρόσληψης ακόμη και αν δεν έχει ζητηθεί από τους εργαζόμενους (άρ.4 του Α.Ν.539/1945, όπως τροποποιήθηκε με την παρ.15 του άρ.3 του Ν.4504/1966).
Υπενθυμίζεται ότι, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρ.3 του Ν.Δ.3755/1957, καθώς και τη σχετική νομολογία, σε περίπτωση μη χορήγησης από τον εργοδότη λόγω υπαιτιότητάς του (άρνηση, πταίσμα, αμέλεια), της άδειας που δικαιούται ο εργαζόμενος εντός του ημερολογιακού έτους, υποχρεούται να καταβάλλει σ’ αυτόν τις αντίστοιχες αποδοχές αδείας με προσαύξηση 100%.
ΙΙ. Ρύθμισn άδειας κατά το 2ο ημερολογιακό έτος
Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει τμηματικά την άδειά του, η οποία αναλογεί στο χρόνο απασχόλησής του στο δεύτερο αυτό έτος, στον οικείο εργοδότη.
Η αναλογία της άδειας υπολογίζεται εκ νέου, όπως και κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος, με βάση τις 20 ημέρες επί πενθημέρου’ και τις 24 ημέρες επί εξαημέρου.
Κατά τη διάρκεια του έτους αυτού και κατά το χρονικό σημείο συμπληρώσεως 12 μηνών από την ημερομηνία πρόσληψης, η άδεια επαυξάνεται κατά μία εργάσιμη ημέρα. Ως εκ τούτου, η άδεια κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, η οποία θα πρέπει να χορηγηθεί από τον εργοδότη αναλογικώς ή ολόκληρη στο τέλος, έως την 31η Δεκεμβρίου του έτους αυτού, φθάνει στο ύψος των 21 επί πενθημέρου και 25 επί εξαημέρου, εργάσιμων ημερών. Συνεπώς, η μη χορήγησή της συνεπάγεται την υποχρέωση της καταβολής των αντιστοίχων αποδοχών αδείας προσαυξημένων κατά 100%, εάν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που αναφέρθησαν για το πρώτο ημερολογιακό έτος (υπαιτιότητα του εργοδότη λόγω πταίσματος, αμέλειας, άρνησης κ.λπ.).
IIΙ Ρύθμιση άδειας κατά το τρίτο και επόμενα ημερολογιακά έτη
Κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος, καθώς και τα επόμενα, ο μισθωτός δικαιούται να λάβει ολόκληρη την ετήσια άδειά του και σε κάθε χρονικό σημείο του έτους, αυτού. Η άδεια αυτή, θα φθάσει τις 22 ημέρες επί πενθημέρου και τις 26 επί εξαημέρου, εάν έχουν συμπληρωθεί 2 έτη απασχόλησης εντός του τρίτου αυτού ημερολογιακού έτους.
Ο εργοδότης και σ’ αυτή την περίπτωση υποχρεούται να χορηγεί την άδεια μέχρι 31 Δεκεμβρίου εκάστου ημερολογιακού έτους, με τις συνέπειες που προαναφέρθησαν στην περίπτωση μη χορήγησής της και εφ’ όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις που μνημονεύθησαν για τα δύο πρώτα ημερολογιακά έτη (υπαιτιότητα του εργοδότη λόγω πταίσματος, αμέλειας, άρνησης κ.λπ.).
Η διάταξη του άρ.1 του Ν.3302/2004, όπως και αυτή του άρ.6 του Ν.3144/2003, αναφέρει ρητώς ότι η ετήσια άδεια με αποδοχές, καθώς και το επίδομα αδείας, διέπονται και από τις λοιπές οικείες διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας. Ως εκ τούτου, εξασφαλίζεται η συνέχεια της ισχύος των κειμένων διατάξεων που αφορούν το μηχανισμό και τον τρόπο χορήγησης της άδειας και του επιδόματος αδείας.
Β. ΕΠΙΔΟΜΑ ΑΔΕΙΑΣ
Όσον αφορά στο επίδομα αδείας, τονίζονται τα εξής:
Όπως είναι γνωστό, κάθε εργαζόμενος μαζί με την άδεια δικαιούται αποδοχές αδείας καθώς και επίδομα αδείας (άρ.3, παρ.16 Ν.4504/1966). Το δικαίωμα λήψης επιδόματος αδείας, αποτελεί επακόλουθο του δικαιώματος λήψης κανονικής αδείας και υπολογίζεται όπως και οι αποδοχές αδείας-είναι δηλαδή ίσες προς το σύνολο των αποδοχών αδείας με τον περιορισμό ότι δε δύναται να υπερβεί για όσους μεν αμείβονται με μισθό, το μισό μισθό, για όσους δε αμείβονται με ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή ποσοστά, τα 13 ημερομίσθια.
Ως εκ τούτου, -οι μισθωτοί οι οποίοι λαμβάνουν τμήμα ή ολόκληρη την άδεια, δικαιούνται και ανάλογες αποδοχές επιδόματος αδείας τόσο για το πρώτο και δεύτερο ημερολογιακό έτος, όσο και για τα επόμενα έτη.
Γ. ΛΥΣΗ ΤΗΣ ΣΧΕΣΕΩΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Σε περίπτωση λύσης της σχέσης εργασίας μισθωτού με οποιονδήποτε τρόπο πριν λάβει την κανονική άδεια που του οφείλεται, ο μισθωτός δικαιούται τις αποδοχές τις οποίες θα έπαιρνε αν του είχε χορηγηθεί άδεια (άρ.1, παρ.3 του Ν.1346/1983).
Ως εκ τούτου και εφ’ όσον κατά το χρονικό σημείο της λύσεως της σχέσης εργασίας δεν έχει εξαντληθεί το δικαίωμα της άδειας, στα πλαίσια της διάταξης του άρ.1 του Ν.3302/2004, προκύπτουν οι εξής περιπτώσεις:
α. Κατά το πρώτο ημερολογιακό έτος (εντός του οποίου προσελήφθη) ο μισθωτός δικαιούται να λάβει αποδοχές αδείας ίσες με 2 ημερομίσθια ανά μήνα απασχόλησης. Επίσης, δικαιούται 2 ημερομίσθια ανά μήνα, ως επίδομα αδείας, (με τον περιορισμό του μισού μισθού ή των 13 ημερομισθίων).
β. Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος, ο μισθωτός δικαιούται επίσης 2 ημερομίσθια ανά μήνα απασχόλησης και άλλα 2 ημερομίσθια ανά μήνα ως επίδομα αδείας (με τον περιορισμό του μισού μισθού ή των 13 ημερομισθίων).
γ. Κατά το τρίτο ημερολογιακό έτος και για τα επόμενα οφείλονται αποδοχές πλήρους αδείας και επιδόματος αδείας, που αντιπροσωπεύουν -αυτές που θα εδικαιούτο ο μισθωτός εάν ελάμβανε την άδειά του κατά το χρονικό διάστημα της λύσης της σχέσης εργασίας.
Περαιτέρω και προκειμένου να υπάρξει καλύτερη κατανόηση της νομοθετικής ρύθμισης του άρ.1 του Ν.3302/2004, παραθέτονται τα παρακάτω παραδείγματα:
1ο παράδειγμα
Εργαζόμενος ο οποίος προσελήφθη 05-03-2005, δικαιούται μέχρι την 31-122005, 20/12 επί 10 μήνες ως άδεια, καθώς και ανάλογο επίδομα αδείας (στο παράδειγμά μας πλήρες).
Εάν στο ίδιο παράδειγμα η σχέση εργασίας λυθεί το 10ο μήνα και ο μισθωτός έχει λάβει μέρος αδείας μέχρι τον 6ο μήνα, δικαιούται να λάβει την αναλογία από τον 7ο έως το 10ο ως εκ τούτου 4 μήνες επί 2 =8 ημερομίσθια ως άδεια και τα υπολειπόμενα ημερομίσθια ως επίδομα αδείας μέχρι τη συμπλήρωση μισού μηνιαίου μισθού.
2ο παράδειγμα
Εργαζόμενος ο οποίος προσελήφθη 05-08-05, πρέπει να λάβει έως 31-12-05: 20/12 επί 5 μήνες ως άδεια και το ανάλογο επίδομα αδείας.
Κατά το δεύτερο ημερολογιακό έτος 2006, θα λάβει μέχρι 31-12-06 τμηματικά ή στο σύνολο την 31-12-06, 21 ημέρες επί πενθημέρου και 25 ημέρες επί εξαημέρου, καθώς και το αναλογούν επίδομα αδείας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η 21η ημέρα (επί πενθημέρου) ή η 25η ημέρα (επί εξαημέρου) προστίθεται μετά την 05-08-2006, χρονικό σημείο συμπλήρωσης έτους απασχόλησης.
Συνεπώς, από 01-01-2006 έως 05-08-2006 η αναλογία αδείας υπολογίζεται σε 20/12 επί 8 μήνες, το δε χρονικό διάστημα από 06-08-2006 έως 31-12-2006 υπολογίζεται σε 21/12 επί 4 μήνες.
Από 01-01-2007 και σε κάθε επόμενο ημερολογιακό έτος ο εργαζόμενος δικαιούται να λαμβάνει μέχρι 31 Δεκεμβρίου ολόκληρη την ετήσια άδεια με αποδοχές και το επίδομα αδείας.

Πίνακας αδειών υπαλλήλων και εργατών
με συνολική υπηρεσία ή προϋπηρεσία μέχρι 10 έτη μη συμπληρωμένα
στον ίδιο εργοδότη ή μέχρι 12 έτη μη συμπληρωμένα
σε οποιονδήποτε εργοδότη ή μέχρι 25 έτη συμπληρωμένα στον ίδιο εργοδότη

ΗΜΕΡΕΣ ΑΔΕΙΑΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΑΔΕΙΑΣ ΑΠΟΔΟΧΕΣ ΕΠΙΔΟΜΑΤΟΣ ΑΔΕΙΑΣ
ETH 5 θήμερο 6 ήμερο
1ο ημερολογιακό έτος (από την πρόσληψη έως 31/12) 1,6667 ημέρες για κάθε μήνα

απασχόλησης ή 2 μέρες x 5/6 (ή 20/12

x μήνες απασχόλησης) (στρογγυλοποίηση του γινομένου)

2 ημέρες για κάθε μήνα

απασχόλησης (ή 24/12

x μήνες απασχόλησης) (στρογγυλοποίηση του γινομένου)

Όσες οι αποδοχές των δικαιούμενων ημερών αδείας για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο και με αναγωγή στα 24/25 του μισθού για τους αμειβόμενους με μισθό – (2 ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησης.) Αναλογικά βάσει του χρόνου απασχόλησης και των αποδοχών αδείας και μέχρι συμπλήρωσης 13 ημερομισθίων ή ½ του μισθού
2ο ημερολογιακό έτος [ από 01/01 έως την συμπλήρωση δωδεκαμήνου από την πρόσληψη] 20/12 x μήνες απασχόλησης (στρογγυλοποίηση του γινομένου) 2 μέρες ανά μήνα ή 24/12 x μήνες απασχόλησης (στρογγυλοποίηση του γινομένου) Όσες οι αποδοχές των δικαιούμενων ημερών αδείας για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο και με αναγωγή στα 24/25 του μισθού για τους αμειβόμενους με μισθό (2 ημερομίσθια ή 2/25 του μηνιαίου μισθού) Αναλογικά βάσει του χρόνου απασχόλησης και των αποδοχών αδείας και μέχρι συμπλήρωσης 13 ημερομισθίων ή ½ του μισθού
2ο ημερολογιακό έτος [ από 01/01 έως 31/12 – μετά τη συμπλήρωση δωδεκαμήνου από την πρόσληψη ] 21 ημέρες για όλο το έτος ή (21/12 χ μήνες απασχόλησης ) ή 1,75 ημέρες για κάθε μήνα απασχόλησης – (στρογγυλοποίηση του γινομένου) 25 ημέρες ή (25/12 χ μήνες απασχόλησης) ή 2,083 ημέρες για κάθε μήνα απασχόλησης ( στρογγυλοποίηση του γινομένου) Όσες οι αποδοχές των δικαιούμενων ημερών αδείας για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο και με αναγωγή στα 25/25 του μισθού για τους αμειβόμενους με μισθό (2,0833 ημερομίσθια για κάθε μήνα απασχόλησης ή 2,08333/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε μήνα.) Αναλογικά βάσει του χρόνου απασχόλησης και των αποδοχών αδείας και μέχρι συμπλήρωσης 13 ημερομισθίων ή ½ μηνιαίου μισθού
3ο έτος έως και 9ο έτος (και μέχρι συμπλήρωσης 24 μηνών από την πρόσληψη) 21 ημέρες 25 ημέρες 25 ημερομίσθια ή 1 μηνιαίο μισθό εφόσον η άδεια διαρκεί ένα ολόκληρο μήνα 13 ημερομίσθια ή ½ μηνιαίο μισθό
3ο έτος έως και 9ο έτος μετά την συμπλήρωση 24 μηνών από την πρόσληψη 22 ημέρες 26 ημέρες 26 ημερομίσθια ή 1 μηνιαίο μισθό εφόσον η άδεια διαρκεί ένα ολόκληρο μήνα 13 ημερομίσθια ή ½ μηνιαίο μισθό
 

 

 

ΜΕ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΙΣΑ 12 ΕΤΩΝ ΣΕ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

Από την πρόσληψη μέχρι την 31/12ου του πρώτου έτους 25/12 ανά μήνα ή 2,0833 ημέρες ανά μήνα 2,5 ημέρες ανά μήνα ή 30/12 ανά μήνα 2,5 ημερομίσθια ή 2,5/25 του μηνιαίου μισθού Ποσό ίσο με τις αποδοχές και μέχρι το 1/2 του μισθού ή 13 ημερομίσθια
Από την 1/1 του δεύτερου ημερολογιακού έτους και μέχρι την 31/12 25/12 ανά μήνα ή 2,0833 ημέρες ανά μήνα 2,5 ημέρες ανά μήνα ή 30/12 ανά μήνα 2,5 ημερομίσθια ή 2,5/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε μήνα και σε περίπτωση απασχόλησης όλο το δεύτερο έτος 30 ημερομίσθια ( 30/25 μηνιαίου μισθού) 13 ημερομίσθια ή ½ μηνιαίο μισθό
Από την τρίτο έτος και μετά 25 ημέρες 30 ημέρες 30 ημερομίσθια ή 30/25 του μηνιαίου μισθού 13 ημερομίσθια ή ½ μηνιαίο μισθό
 

 

ΜΕ ΣΥΝΟΛΙΚΗ ΠΡΟΥΠΗΡΕΙΣΑ 25 ΕΤΩΝ ΣΕ ΟΠΟΙΟΝΔΗΠΟΤΕ ΕΡΓΟΔΟΤΗ ΑΡΘΡΟ 3 της ΕΓΣΣΕ ( ΠΚ. 13 – 18/4/2008 ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΤΩΝ 2008 ΚΑΙ 2009)

Από την πρόσληψη μέχρι την 31/12ου του πρώτου έτους 26/12 ανά μήνα ή 2,1666 ημέρες ανά μήνα 2,5833 ημέρες ανά μήνα ή 31/12 ανά μήνα 2,58333 ημερομίσθια ή 2,58333/25 του μηνιαίου μισθού Ποσό ίσο με τις αποδοχές και μέχρι το 1/2 του μισθού ή 13 ημερομίσθια
Από την 1/1 του δεύτερου ημερολογιακού έτους και μέχρι την 31/12 26/12 ανά μήνα ή 2,1666 ημέρες ανά μήνα 2,5833 ημέρες ανά μήνα ή 31/12 ανά μήνα 2,58333 ημερομίσθια ή 2,58333/25 του μηνιαίου μισθού για κάθε μήνα και σε περίπτωση απασχόλησης όλο το δεύτερο έτος 301ημερομίσθια ( 31/25 μηνιαίου μισθού) Ποσό ίσο με τις αποδοχές και μέχρι το 1/2 του μισθού ή 13 ημερομίσθια
Από την τρίτο έτος και μετά 26 ημέρες 31 ημέρες 31 ημερομίσθια ή 31/25 του μηνιαίου μισθού 13 ημερομίσθια ή ½ μηνιαίο μισθό

Επιπλέον με το ΑΡΘΡΟ 3 της ΕΓΣΣΕ ( ΠΚ. 13 – 18/4/2008 ΕΘΝΙΚΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΤΩΝ 2008 ΚΑΙ 2009)

Προσαύξηση της κανονικής άδειας μετά 25 ετή εργασία

Υπάλληλοι και εργατοτεχνίτες (-τριες) που συµπληρώνουν υπηρεσία δέκα (10) ετών στον ίδιο εργοδότη ή προϋπηρεσία δώδεκα (12) ετών σε οποιοδήποτε εργοδότη και µε οποιαδήποτε σχέση εργασίας, δικαιούνται άδεια τριάντα (30) εργάσιµων ηµερών, αν εφαρµόζεται σύστηµα εξαήµερης εβδοµαδιαίας εργασίας ή είκοσι πέντε (25) εργάσιµων ηµερών, αν εφαρµόζεται σύστηµα πενθήµερης εβδοµαδιαίας εργασίας.

Από 1-1-2008, µετά τη συµπλήρωση 25ετούς υπηρεσίας ή προϋπηρεσίας δικαιούνται µία (1) επιπλέον εργάσιµη ηµέρα, δηλ. συνολικά τριάντα µία (31) και είκοσι εξι (26) εργάσιµες ηµέρες αντίστοιχα.

 

Άδεια σε περίπτωση εκ περιτροπής ή διαλείπουσας εργασίας. (παρ 2 άρθρο 2 ν.539/1945)

Σε περίπτωση διαλείπουσας εργασίας ή εκ περιτροπής εργασίας, ο μισθωτός δικαιούται, μετά τη συμπλήρωση δωδεκάμηνης σχέσης εργασίας στην επιχείρηση, κάθε ημερολογιακό έτος, άδεια με αποδοχές ίση με το ένα δωδέκατο της άδειας που προβλέπεται από αυτόν το νόμο ή άλλη ειδικότερη διάταξη, για κάθε μήνα απασχόλησης από την πρόσληψη του, αν η άδεια χορηγείται για πρώτη φορά, ή από τη λήψη της άδειας του προηγούμενου έτους, μέχρι την ημέρα έναρξης της άδειας.

Για την εφαρμογή του προηγούμενου εδαφίου ως μήνας λογίζονται είκοσι πέντε (25) ημέρες απασχόλησης. Αν προκύπτει κατά τον υπολογισμό αυτής της παραγράφου, κλάσμα χρόνου άδειας, που υπερβαίνει τη μισή ημέρα, το κλάσμα στρογγυλοποιείται σε ολόκληρη ημέρα.

————————————

ΧΡΟΝΟΣ ΧΟΡΗΓΗΣΗΣ ΤΗΣ ΑΔΕΙΑΣ  (άρθρο 3 παρ 1 ν.539/1945)
Η χρονική περίοδος χορηγήσεως της αδείας κανονίζεται µεταξύ εργοδότου και µισθωτού, του πρώτου υποχρεουµένου να χορηγήσει την αιτηθείσαν άδειαν το πολύ εντός διµήνου από της υπό του δευτέρου διατυπώσεως της σχετικής αιτήσεως. Πάντως τα ήµισυ τουλάχιστον των κατ΄έτος, εν εκάστη επιχειρήσει, δικαιουµένων αδείας δέον να ικανοποιούνται εντός του από 1ης Μαίου µέχρι 30 Σεπτεµβρίου χρονικού διαστήµατος. Η κατά τα ανωτέρω απαιτουµένη αίτησις σκοπεί µόνον εις τον προσδιορισµόν των χρονικών ορίων, εντός των οποίων υφίσταται υποχρέωσις διά την χορήγησιν της αδείας και δεν αποτελεί τυπικήν προϋπόθεσιν διά την υπό του µισθωτού, κατά τας διατάξεις του παρόντος νόµου, άσκησιν του εις άδειαν µετ΄ αποδοχών δικαιώµατος αυτού, του εργοδότου υποχρεουµένου όπως προ της λήξεως του ημερολογιακού έτους, παράσχη την άδειαν έστω και εάν δεν εζητήθη αύτη υπό του µισθωτού.

Πότε καταβάλλονται οι αποδοχές της αδείας και το επίδομα αδείας

Κατά το άρθρο 3 παράγ. 8 του Α.Ν. 539/1945, τόσο οι αποδοχές αδείας όσο και το επίδομα της αδείας προκαταβάλλονται στον μισθωτό κατά την έναρξη της αδείας του. Οι αποδοχές της αδείας και του επιδόματος της αδείας δεν συμψηφίζονται με ανώτερες καταβαλλόμενες αποδοχές από τις νόμιμες.

Κατά το άρθρο 3 παρ 1 και 2 κατά την διάρκειαν της αδείας ο µισθωτός δικαιούται, των συνήθων αποδοχών, ως θα εδικαιούτο, εάν απησχολείτο παρά τη υπόχρεη επιχειρήσει κατά τον αντίστοιχον χρόνον ή των αποδοχών των τυχόν δια την περίπτωσιν ταύτην καθωρισµένων δια συλλογικής συµβάσεως.

Δια τον κατ’ αποκοπήν ή κατ’ άλλον σύστημα κυμαινομένων αποδοχών αμειβόμενον μισθωτόν, αι αποδοχαί, ων δικαιούται κατά την διάρκειαν της αδείας του, εξευρίσκονται πολλαπλασιαζομένων των κατά μέσον όρον από της λήξεως της αδείας του προηγουμένου έτους ή προκειμένου περί αδείας χορηγουμένης το πρώτον, από της προσλήψεως, μέχρι της ενάρξεως της αδείας, ημερησίων αποδοχών του, επί τον αριθμόν των εργασίμων ημερών αι οποίαι περιλαμβάνονται εις την χορηγηθείσαν αυτώ άδειαν.

 

Ημέρες που δεν περιλαμβάνονται στην ετήσια άδεια

Κατά το άρθρο 2 παράγραφος 3 του Α.Ν.539/1945 δεν περιλαµβάνονται εις την ετησίαν άδειαν µετ΄αποδοχών:
Α. αι επίσηµοι ή αι κατά έθιµον εορτάσιµοι ηµέραι και
Β. αι διακοπαί εργασίας, αι οφειλόµεναι εις ασθένειαν.

———————————————-


ΟΙ ΕΡΓΟΔΟΤΕΣ ΕΙΝΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΙ ΝΑ ΤΗΡΟΥΝ ΒΙΒΛΙΟ ΑΔΕΙΩΝ

Σύμφωνα με τον Ν.4254/2014 που τροποποίησε την παράγραφο 3 του άρθρου 4 του νόμου 539/1945


3α. Κάθε εργοδότης οφείλει να τηρεί ειδικό βιβλίο, το οποίο δύναται να είναι και σε μορφή μηχανογραφημένων σελίδων.
Το ειδικό βιβλίο ή οι μηχανογραφημένες σελίδες πρέπει να φέρουν τα στοιχεία της επιχείρησης, την ένδειξη «Βιβλίο αδειών» και να περιλαμβάνει τις παρακάτω στήλες:
Ονοματεπώνυμο μισθωτών, ημερομηνία πρόσληψης, αριθμός δικαιούμενων ημερών αδείας, χρονολογία έναρξης και λήξης χορηγηθείσας αδείας, αποδοχές αδείας, επίδομα αδείας. Ειδικώς, οι αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας συμπληρώνονται στο σύνολό τους μέχρι το τέλος του σχετικού ημερολογιακού έτους λήψης της κανονικής άδειας.
Τα ανωτέρω στοιχεία πρέπει να είναι στη διάθεση των Επιθεωρητών Εργασίας του Σ.ΕΠ.Ε. που ασκούν τον έλεγχο και την εποπτεία της εφαρμογής του παρόντος.

β. Ο εργοδότης υποχρεούται να γνωστοποιεί ηλεκτρονικά στο πληροφοριακό σύστημα του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Πρόνοιας ΣΕΠΕ-ΟΑΕΔ IKA-ETAM, με την ονομασία «ΕΡΓΑΝΗ», εντός του μηνός Ιανουαρίου, στοιχεία των εργαζομένων που έλαβαν την ετήσια άδεια και το επίδομα αδείας κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος.
Σε περίπτωση μη τήρησης της υποχρέωσης αυτής επιβάλλονται από τα αρμόδια ελεγκτικά όργανα, σε βάρος του εργοδότη, κυρώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 24 του ν.3996/2011 (Α’ 170) όπως ισχύει.
Με υπουργική απόφαση δύναται να ρυθμίζεται κάθε όρος και αναγκαία λεπτομέρεια για την εφαρμογή της παρούσης.

Η παράγραφος 3, τέθηκε όπως αντικαταστάθηκε με την περίπτωση 2 της υποπαραγράφου ΙΑ.5. του άρθρου πρώτου του ν. 4254/2014 και ισχύει από τη δημοσίευση του νόμου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, ήτοι 07-04-2014, σύμφωνα με το άρθρο τέταρτο του ιδίου νόμου.

 

Κλίμακα Φόρου Μισθωτών – Επαγγελματιών

Το φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις υποβάλλεται σε φόρο, σύμφωνα με την ακόλουθη κλίμακα:

Εισόδημα (Μισθοί, Συντάξεις, Επιχ. Δραστηριότητα) Φορ. Συντελεστής
0 – 20.000 22%
20.001 – 30.000 29%
30.001 – 40.000 37%
40.001 – 45%